Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

τα αξιοθέατα τού

См. также в других словарях:

  • Μαν, νησί του- — Νησί, αυτοδιοικούμενη κτήση του Βρετανικού Στέμματος, στην Ιρλανδική θάλασσα. Βρίσκεται περίπου στο μέσον της απόστασης μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Αγγλίας. Περιλαμβάνει επίσης τη νησίδα Καφ οφ Μαν, στη νοτιοδυτική ακτή.Η πρωτεύουσα του ν.τ.Μ.… …   Dictionary of Greek

  • σκύρος — Το μεγαλύτερο νησί των Β. Σποράδων. Βρίσκεται ανατολικά της Εύβοιας, από την οποία απέχει 25 ναυτ. μίλια, και στο νομό της οποίας ανήκει. Η Σκ. είναι ορεινή (Κόχυλας 792 μ.). Οι ακτές της σχηματίζουν πολλούς όρμους, με κυριότερους της Καλογριάς,… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Λέσβος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Λαπίθη από τη Θεσσαλία. Φέρεται ως ιδρυτής της πόλης Μυτιλήνης του επίσης ομώνυμού του νησιού του Αιγαίου. Ο Λ. παντρεύτηκε την Μήθυμνα, κόρη του τοπικού βασιλιά Μακαρέα. Ο σχετικός μύθος υποδηλώνει ότι οι… …   Dictionary of Greek

  • Μάλτα — I Νησιωτικό κράτος της νότιας Ευρώπης στην κεντρική Μεσόγειο, περίπου 60 ναυτικά μίλια N της Σικελίας.Σημαντικό πολιτιστικό κέντρο κατά την αρχαιότητα και σε σημαντική γεωστρατηγική θέση, η Μ. υπέστη διαδοχικές κατοχές αλλά ταυτόχρονα ήρθε σε… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Δημήτριος — I Ονομασία 31 οικισμών. 1. Πόλη (65.173 κάτ.) στην περιφέρεια της πρωτεύουσας, γνωστή και ως Μπραχάμι. Βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της Αθήνας, σε απόσταση 5 χλμ. Αποτελεί τον ομώνυμο δήμο της νομαρχίας Αθηνών. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 230 μ …   Dictionary of Greek

  • Λευκάδα — I Νησί (303 τ. χλμ., 20.751 κάτ.) του Ιονίου πελάγους, Β της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης και πολύ κοντά στην ακτή της Αιτωλοακαρνανίας, από την οποία τη χωρίζει στενός (25 μ.) τεχνητός δίαυλος (διώρυγα της Λ. ή Αλεξάνδρου). Η Λ. είναι το τέταρτο σε …   Dictionary of Greek

  • Μέμφις — I Αρχαία πόλη της Αιγύπτου, πρωτεύουσα κατά την περίοδο του Αρχαίου Βασιλείου. Βρίσκεται κοντά στο Κάιρο, στη δυτική όχθη του Νείλου. Σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε από τον Μήνη στο σημείο συνάντησης της κοιλάδας και του Δέλτα, γι’ αυτό και… …   Dictionary of Greek

  • Ακροκόρινθος — Η ακρόπολη της αρχαίας Κορίνθου και από τις πιο οχυρωμένες ελληνικές ακροπόλεις. Από πολύ νωρίς, γύρω στο 1000 π.Χ., όταν άρχισε να διαμορφώνεται στη βορειοανατολική πλαγιά του ο συνοικισμός που εξελίχθηκε στην πόλη Κόρινθο των ιστορικών χρόνων,… …   Dictionary of Greek

  • Ακροναυπλία — Η ακρόπολη του Ναυπλίου, βραχώδης και οχυρή, που μαζί με το βουνό του Παλαμηδίου και το επιθαλάσσιο Μπούρτζι αποτελούν το φρουριακό συγκρότημα που υπεράσπιζε παλιά το Ναύπλιο. Η Α. κατακτήθηκε, σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση· από τον Ναύπλιο,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»